Η σημασία της έγκαιρης διάγνωσης & ο εξατομικευμένος προληπτικός έλεγχος των μαστών
Γράφει η
Ελένη Φαλιάκου, MD
Χειρουργός Μαστού
Διευθύντρια Β’ Κλινικής Μαστού ΜΗΤΕΡΑ
Η έγκαιρη διάγνωση, η διάγνωση δηλαδή ενός όγκου στο μαστό όταν βρίσκεται σε αρχικά στάδια, πριν δώσει συμπτώματα, είναι εξαιρετικά σημαντική γιατί τότε οι πιθανότητες για αποτελεσματική αντιμετώπισή του και επίτευξη ίασης είναι υψηλές.
Για να επιτευχθεί έγκαιρη διάγνωση θα πρέπει οι γυναίκες να υποβάλλονται σε «προσυμπτωματικό απεικονιστικό έλεγχο των μαστών», κατάλληλες δηλαδή απεικονιστικές εξετάσεις, ανάλογα με την ηλικία τους, την πυκνότητα των μαστών και το οικογενειακό τους ιστορικό.
Ο προσυμπτωματικός έλεγχος με τις απεικονιστικές εξετάσεις και την αυτοεξέταση μπορούν να βοηθήσουν, ώστε να επιτευχθεί η έγκαιρη διάγνωση.
Αυτοεξέταση μαστού
Όσον αφορά την αυτοεξέταση του μαστού, σήμερα θεωρούμε μεν σημαντικό να κάνει μια γυναίκα αυτοεξέταση και να γνωρίζει την υφή του μαστού της, δίνουμε όμως μεγαλύτερη σημασία στους απεικονιστικούς ελέγχους, που μας επιτρέπουν να διαγιγνώσκουμε ογκίδια μερικών χιλιοστών που συνήθως είναι πολύ μικρά για να τα ψηλαφήσουμε.
Για να εντοπίσει μια γυναίκα ένα ογκίδιο μαστού με την ψηλάφηση, αυτό πρέπει να είναι περίπου δύο εκατοστά, ένα μέγεθος όγκου που δε θεωρείται μικρό, ειδικά όταν τώρα πιά, με τις σύγχρονες απεικονιστικές μεθόδους, μπορούμε να εντοπίσουμε ογκίδια διαμέτρου ακόμα και μόνο λίγων χιλιοστών.
Απεικονιστικές εξετάσεις
Οι απεικονιστικές εξετάσεις του μαστού είναι η ψηφιακή μαστογραφία ή η ψηφιακή τομοσύνθεση (η τρισδιάστατη δηλαδή μαστογραφία), το υπερηχογράφημα μαστών και η μαγνητική μαστογραφία. Η επιλογή της κατάλληλης απεικονιστικής εξέτασης ή εξετάσεων και η συχνότητά τους εξατομικεύονται σήμερα ανάλογα με την ηλικία της γυναίκας, την πυκνότητα των μαστών της και το οικογενειακό και ατομικό της ιστορικό.
Έτσι μια γυναίκα θεωρείται ότι έχει τον κίνδυνο του γενικού πληθυσμού, δηλαδή δεν ανήκει σε ομάδα υψηλού κινδύνου, όταν:
- δεν έχει νοσήσει η ίδια με καρκίνο μαστού.
- δεν έχει οικογενειακό ιστορικό καρκίνου μαστού η ωοθηκών.
- δεν έχει κληρονομούμενη μετάλλαξη σε γονίδια που αυξάνουν την πιθανότητα να νοσήσει με καρκίνο μαστού.
- δεν έχει υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία στο θώρακα πριν την ηλικία των τριάντα ετών.
Για τις γυναίκες αυτές οι συστάσεις είναι:
Από την ηλικία των 20 ετών μέχρι τα 40, να κάνουν αυτοεξέταση και να υποβάλλονται σε υπερηχογράφημα και κλινική εξέταση μαστών κάθε τρία χρόνια. Στις γυναίκες ηλικίας 40-44 ετών δίνεται η επιλογή να κάνουν μαστογραφία ετήσια ή κάθε δύο χρόνια. Για τις γυναίκες ηλικίας 45-54 ετών η σύσταση είναι ετήσια μαστογραφία. Οι γυναίκες άνω των 55 ετών έχουν την επιλογή να συνεχίσουν τις ετήσιες μαστογραφίες αλλά μπορούν και να υποβάλλονται σε μαστογραφία κάθε δύο χρόνια. Ο προσυμπτωματικός απεικονιστικός έλεγχος δε σταματά εφόσον μια γυναίκα είναι σε καλή κατάσταση και έχει προσδόκιμο επιβίωσης τουλάχιστον δέκα χρόνια.
Γυναίκες που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου για εμφάνιση καρκίνου μαστού συστήνεται να υποβάλλονται σε ψηφιακή τομοσύνθεση από την ηλικία των 30 ετών και μαγνητική τομογραφία μαστών από την ηλικία των εικοσιπέντε ετών. Πρόκειται για γυναίκες που έχουν πιθανότητα μεγαλύτερη από 20-25% να παρουσιάσουν καρκίνο μαστού κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Η πιθανότητα αυτή προκύπτει από ειδικά εργαλεία εκτίμησης κινδύνου που συνυπολογίζουν το οικογενειακό ιστορικό της γυναίκας και την πυκνότητα των μαστών.
Τις συστάσεις αυτές έχουν και οι γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε γονιδιακό έλεγχο, ο οποίος ανέδειξε μετάλλαξη σε συγκεκριμένα γονίδια ή γυναίκες που έχουν συγγενείς πρώτου βαθμού με μετάλλαξη σε αυτά τα γονίδια. Στην ομάδα υψηλού κινδύνου ανήκουν επίσης γυναίκες που υπεβλήθησαν σε ακτινοθεραπεία στο θώρακα σε μικρή ηλικία (10-30 ετών)
Γυναίκες με εξαιρετικά πυκνούς μαστούς συστήνεται να υποβάλλονται σε μαγνητική τομογραφία μαστών ανά διετία ακόμα και αν δεν έχουν οικογενειακό ιστορικό καρκίνου μαστού. Η μαγνητική τομογραφία δεν υποκαθιστά τη μαστογραφία αλλά την συμπληρώνει. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι αν και μια μαγνητική τομογραφία είναι πιο πιθανό να ανιχνεύσει ένα καρκίνο σε ένα πυκνό μαστό από μια μαστογραφία, μπορεί να μην εντοπίσει ένα καρκίνο που θα ανιχνεύσει η μαστογραφία.
Πρέπει να μην αναβάλλουμε τον εξατομικευμένο απεικονιστικό έλεγχο των μαστών, όπως αυτός καθορίζεται και πραγματοποιείται με τη συνεργασία του εξειδικευμένου ακτινοδιαγνώστη μαστού και του κλινικού ιατρού, στα Κέντρα Μαστού, γιατί μόνο αυτός επιτρέπει την έγκαιρη διάγνωση ενός όγκου μαστού, που μας οδηγεί σήμερα σε υψηλά ποσοστά ίασης των γυναικών με καρκίνο μαστού.
Δεν θα πρέπει να αμελείτε την υγεία σας λόγω της πανδημίας του |