Εν τω βάθει ενδομητρίωση: επικίνδυνος αντίπαλος για κάθε γυναίκα
Η ενδομητρίωση είναι μια συνηθισμένη πάθηση με κοινά συμπτώματα, η οποία μπορεί να έχει ιδιαίτερα δυσάρεστες επιπτώσεις στην υγεία μιας γυναίκας. Πώς αντιμετωπίζεται, όμως, ειδικά η περίπτωση της, πιο σύνθετης, εν τω βάθει ενδομητρίωσης και τι πρέπει να ξέρει κάθε γυναίκα;
Γράφει ο
Ιωάννης Κουτουκός
Μαιευτήρας- Γυναικολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης ΜΗΤΕΡΑ
Η ενδομητρίωση είναι μία καλοήθης πάθηση που στον γενικό πληθυσμό εμφανίζεται σε μία στις 7 γυναίκες. Η συμπτωματολογία της ενδομητρίωσης είναι κοινότυπη, καθώς τα συμπτώματα ξεκινούν συνήθως στην αναπαραγωγική ηλικία της γυναίκας. Τα κλασικά συμπτώματα της ενδομητρίωσης είναι η επώδυνη περίοδος (δυσμηνόρροια) με διαταραχές στον κύκλο της γυναίκας μερικές φορές, αλλά και με αυξημένη ποσότητα αίματος κατά την περίοδο (μηνορραγία), ο πόνος κατά την ερωτική επαφή (δυσπαρεύνεια), οι γαστρεντερικές διαταραχές κατά τη διάρκεια της περιόδου (εμμήνου ρύσεως), οι οποίες περιλαμβάνουν διάρροιες και εμέτους. Επίσης, η χρόνια κόπωση, η οποία συνδυάζεται με τα παραπάνω συμπτώματα, καθώς και ειδικά συμπτώματα για πιο σοβαρή πάθηση, όπως είναι η δυσουρία και η αιματουρία (δηλαδή η εμφάνιση ποσότητας αίματος στα ούρα, που υποδηλώνουν την ύπαρξη ενδομητρίωσης στο ουροποιητικό σύστημα) και η δυσχεσία (δηλαδή η επώδυνη κένωση και η εμφάνιση αίματος από το ορθό, οι οποίες υποδηλώνουν σοβαρού τύπου ενδομητρίωση, που εμπλέκει το έντερο).
Η ενδομητρίωση συνδυάζεται με υπογονιμότητα, καθώς επηρεάζει τη λειτουργικότητα των ωοθηκών και την ποιότητα των ωαρίων, δημιουργώντας μια γενικότερη φλεγμονώδη κατάσταση στην κοιλιά, τη λειτουργικότητα των σαλπίγγων και την αρτιότητα της ανατομίας τους, αλλά και τη δυνατότητα εμφύτευσης του γονιμοποιημένου ωαρίου μέσα στη μήτρα.
Καθώς η ενδομητρίωση προχωρά και χρονίζει, η συμπτωματολογία από κυκλική γίνεται σχεδόν καθημερινή, δηλαδή από εκεί που η γυναίκα παραπονιέται για συμπτώματα κατά την περίοδό της, τώρα μπορεί να έχει συμπτώματα που είναι καθημερινά και που, λόγω συμμετοχής της ενδομητρίωσης στα νεύρα της περιοχής, μπορεί να έχει πόνους συνεχόμενους, οι οποίοι να αφορούν την κάτω κοιλιά, τα πόδια, αλλά και τους γλουτούς υπό μορφή ισχιαλγίας.
Οι περισσότερες γυναίκες με χρόνιο πυελικό άλγος έχουν ενδομητρίωση και το ποσοστό αυτό αγγίζει περίπου τις 7-8 στις 10 γυναίκες, ενώ πάρα πολλές γυναίκες με υπογονιμότητα έχουν ενδομητρίωση.
Οι αιτίες
Η αιτιολογία της πάθησης δεν είναι γνωστή. Οι επικρατέστερες θεωρίες είναι: 1. Η θεωρία της μεταφοράς μέσω των σαλπίγγων κυττάρων του ενδομητρίου, τα οποία εμφυτεύονται στο περιτόνεο και στις ωοθήκες. 2. Η θεωρία της μεταπλάσεως των κυττάρων του περιτόνεου. 3. Η θεωρία της αιματογενούς διασποράς. Αναλυτικότερα, εικάζεται ότι κάποια κύτταρα από το εσωτερικό της μήτρας όπου υπάρχουν υπό φυσιολογικές συνθήκες, βγαίνουν δια μέσου των σαλπίγγων στην κοιλιά (παλίνδρομος εμμηνορρυσία, δηλαδή αίμα της περιόδου που βγαίνει από τις σάλπιγγες και περιέχει κύτταρα του ενδομητρίου), περνούν μέσα στην κοιλιά, εμφυτεύονται και μεταπλάθονται σε ιστό ενδομητρίωσης. Τα κύτταρα αυτά, που υπάρχουν πλέον και με το αίμα της περιόδου, θα πολλαπλασιαστούν και θα δημιουργήσουν ουλώδη ιστό, ενώ αν βρίσκονται σε κλειστές κοιλότητες, όπως στην ωοθήκη, θα δημιουργήσουν μικρές αιμορραγίες, οι οποίες θα παραμείνουν και θα δημιουργήσουν σοκολατοειδείς κύστεις της ενδομητρίωσης στις ωοθήκες.
Έχουμε, λοιπόν, την κλασική επιφανειακή ενδομητρίωση, την κυστική ενδομητρίωση στις ωοθήκες, αλλά και τη σοβαρή μορφή της νόσου, που αποτελεί την εν τω βάθει ενδομητρίωση, στην οποία το βάθος της διήθησης πλέον της ενδομητρίωσης, αλλά και της ουλής του ινώδους ιστού που δημιουργεί αυτή, είναι πάνω από 0,5-1 εκατοστό. Αυτό μπορεί να συμβεί σε οποιοδήποτε σημείο και να περιλαμβάνει τους ουρητήρες, το έντερο, την ουροδόχο κύστη, τον κόλπο, αλλά και απομακρυσμένα σημεία του σώματος, όπως είναι το διάφραγμα. Εκεί όπου υπάρχει εν τω βάθει ενδομητρίωση, συνήθως τα κλινικά συμπτώματα είναι πολύ πιο έντονα.
Ο μέσος χρόνος διάγνωσης της ενδομητρίωσης είναι 8 χρόνια στη Μεγάλη Βρετανία και 12 χρόνια στις ΗΠΑ. Ο λόγος που συμβαίνει κάτι τέτοιο είναι διότι η συμπτωματολογία της ενδομητρίωσης είναι κοινότυπη και συνήθως οι γυναίκες που υποφέρουν από την πάθηση δεν θα έχουν άλλα παρακλινικά ευρήματα, δηλαδή υπερηχογραφικά με το συνηθισμένο υπερηχογράφημα, αλλά και η συμπτωματολογία θα περιορίζεται κατά τη διάρκεια της περιόδου αρχικώς. Σε εκείνες όπου τα συμπτώματα είναι σύνθετα, δηλαδή παραπάνω από ένα και εκτός της περιόδου, δηλαδή συνεχόμενο πυελικό άλγος, αλλά και πόνος κατά τη διάρκεια της επαφής (δυσπαρεύνεια) ή εκείνες που θα έχουν κάποιο υπερηχογραφικό εύρημα σοκολατοειδούς ενδομητριωσικής κύστης των ωοθηκών, θα οδηγηθούν με μεγαλύτερη ευκολία στο χειρουργείο προς αντιμετώπιση.
Η θεραπεία
Η αντιμετώπιση της νόσου είναι η λαπαροσκοπική προσέγγιση καυτηριασμού ή αφαίρεσης της ενδομητρίωσης. Στην εν τω βάθει νόσο οι ουλές και η ενδομητρίωση πρέπει να αφαιρούνται και να διατηρούνται σαφώς τα όργανα που εμπλέκονται. Αυτή είναι μια δύσκολη τεχνικά διαδικασία, η οποία εμπλέκει διάφορες ειδικότητες πέραν του εξειδικευμένου γυναικολόγου, όπως του γενικού χειρουργού και του ουρολόγου εκεί όπου η ενδομητρίωση αφορά το έντερο και το ουροποιητικό σύστημα αντίστοιχα.
Σκοπός είναι ο πλήρης καθαρισμός, όσο το δυνατόν, της πάθησης με αφαίρεση του ουλώδους – ινώδους ιστού που δημιουργείται γύρω από την ενδομητρίωση, αν αυτό είναι εφικτό, και τον απεγκλωβισμό των νεύρων εκεί όπου αυτά εμπλέκονται. Προεγχειρητικώς είναι πολύ σημαντική η επικοινωνία της ειδικής ομάδας για την εν τω βάθει ενδομητρίωση, δηλαδή του γυναικολόγου, του γαστρεντερολόγου, του γενικού χειρουργού, του ουρολόγου και του ακτινολόγου, έτσι ώστε να γίνει πλήρης διερεύνηση με υπερηχογράφημα, μαγνητική τομογραφία και διερεύνηση του εντέρου εκεί όπου χρειάζεται με κολονοσκόπηση ή υποκλισμό με βάριο, καθώς και του ουροποιητικού με αξονική πυελογραφία εκεί όπου χρειάζεται.
Έτσι έχει κανείς πριν από το χειρουργείο όσο περισσότερες πληροφορίες για το ποιος θα εμπλακεί κατά τη διάρκεια της επέμβασης, πόσο εκτεταμένη είναι η εν τω βάθει ενδομητρίωση στη συγκεκριμένη γυναίκα και ποια ακριβώς χειρουργική προσέγγιση θα υπάρξει για να καθαριστεί πλήρως η πάθηση. Ενώ η ενδομητρίωση γενικώς έχει υποτροπές και στις κυστικές και στις περιτοναϊκές της μορφές από 20%-30%, η εν τω βάθει νόσος φαίνεται πως μπορεί και να μην υποτροπιάσει. Προϋπόθεση βέβαια γι’ αυτό είναι να γίνει ένα καλό ριζικό πρώτο χειρουργείο, έτσι ώστε να μην υπάρξει υπολειπόμενη νόσος.
Οκτώβριος 2017