Λιπώδης νόσος ήπατος
Γράφει ο
Αντώνιος Πέρπερας
Παθολόγος – Ηπατολόγος, Επιστ. Συνεργάτης του ΥΓΕΙΑ
Η Μη Αλκοολική Λιπώδης Νόσος Ήπατος (ΜΑΛΝΗ) αποτελεί ηπατική εκδήλωση του μεταβολικού συνδρόμου (Met.S), στοιχεία του οποίου διαμοιράζεται, ιδιαίτερα την αντίσταση στην ινσουλίνη (IR) και την παχυσαρκία. Τη νόσο χαρακτηρίζει η >5% συγκέντρωση λίπους στα ηπατοκύτταρα ασθενών που στερούνται άλλων αιτιών στεατώσεως.
Η ΜΑΛΝΗ παρουσιάζει ευρύ φάσμα παθολογικών καταστάσεων, από την απλή στεάτωση έως την κίρρωση με τις επιπλοκές. Παρά τη σημαντική ετερογένεια μελετών για ακριβή επιπολασμό της νόσου λόγω των διαφορετικών μεθόδων εκτιμήσεως, υπολογίζεται ότι το 25%-45% του γενικού πληθυσμού επηρεάζεται από τη ΜΑΛΝΗ, επικρατώντας στη 6η – 7η δεκαετία ζωής, παρουσιάζοντας φυλετικές διαφορές.
Οι ασθενείς με ΜΑΛΝΗ σχετίζονται κατά 80%-100% με παχυσαρκία, 40%-80% με σακχαρώδη διαβήτη, 20%-60% με δυσλιπιδαιμία. Η αλματώδης αύξηση της νοσογόνου παχυσαρκίας συμπαρασύρει την επικράτηση της ΜΑΛΝΗ. Κατά την πορεία, μικρό ποσοστό (5%-15%) ασθενών θα παρουσιάσει σοβαρή εξέλιξη προς κίρρωση.
Συνυπολογίζοντας την εξάπλωση της παχυσαρκίας και την υποεκτίμηση σοβαρών περιπτώσεων ΜΑΛΝΗ, δικαιολογείται η δυσοίωνος πραγματικότητα ότι η νόσος αποτελεί τελευταία την πρώτη-δευτέρα αιτία μεταμοσχεύσεως ήπατος.
Πιθανολογείται ότι η στεάτωση είναι αποτέλεσμα δράσεως αρκετών παραγόντων, πρωτοστατώντας η I.R., η δυσλειτουργία μιτοχονδρίων και ενζυματικών μηχανισμών, συντελώντας στη διαταραχή ισοζυγίου ελεύθερων λιπαρών οξέων (Λ.Ο.). Αποτέλεσμα των διαταραχών είναι η αυξημένη εισροή «τοξικών» Λ.Ο. στο ήπαρ και de novo λιπογένεσης, συνθήκες που συναγωνίζεται η αυξανόμενη συγκέντρωση τριγλυκεριδίων.
Ο υπερκορεσμός Λ.Ο. στο οξειδωτικό σύστημα των μιτοχονδρίων εκτρέπει τον μεταβολισμό τους στα μικροσωμιακά ενζυματικά συστήματα, πυροδοτώντας την απελευθέρωση ελεύθερων ριζών Ο2, και προφλεγμονωδών κυτταροκινών, προκαλώντας οξειδωτικό stress, κυτταρικό θάνατο, φλεγμονή – ίνωση. Μελέτες γενετικού πολυμορφισμού, ενοχοποιούν την PNPLA3 (patatin-like phospholipase-3) στη διαφοροποίηση πορείας της ΜΑΛΝΗ.
Το 70% των ασθενών είναι ασυμπτωματικοί, ενώ το 80% παρουσιάζει φυσιολογικά ηπατικά ένζυμα, εξαιρουμένων περιπτώσεων κιρρώσεως – επιπλοκών. Η διάγνωση συνήθως τίθεται τυχαία, κυρίως με απεικονιστικές μεθόδους (US, CT, MRI), εξ αποκλεισμού άλλων αιτιών ηπατικής στεάτωσης, ενώ επιβάλλεται διερεύνηση για ΜΑΛΝΗ επί περιπτώσεων υψηλού κινδύνου.
Τελευταία μελετώνται μη επεμβατικές μέθοδοι προσδιορισμού της ηπατικής στεάτωσης και ινώσεως, παραμένοντας η βιοψία ήπατος το gold standard.