Σύνδρομα χρόνιου πόνου: πώς αντιμετωπίζονται στην παιδική ηλικία
Είναι αρκετά συχνές οι περιπτώσεις στις οποίες κάποια παιδιά νιώθουν έντονους μυοσκελετικούς πόνους και, μάλιστα, χωρίς προφανή αιτία. Παρ’ όλα αυτά, είναι εφικτό να αντιμετωπιστούν και τα παιδιά να ανακτήσουν την ποιότητα ζωής τους. Τι ακριβώς, όμως, είναι τα σύνδρομα χρόνιου πόνου και τι πρέπει να γνωρίζουμε;
Γράφει ο
Λάμπρος Φώτης
Παιδίατρος – Παιδορευματολόγος,
Επιστ, Συνεργάτης ΜΗΤΕΡΑ Παίδων
Τα σύνδρομα χρόνιου πόνου περιγράφουν μια νοσολογική οντότητα κατά την οποία τα παιδιά βιώνουν έντονο μυοσκελετικό πόνο. Για να περιγραφούν οι διάφορες μορφές συνδρόμων χρόνιου πόνου έχουν χρησιμοποιηθεί κατά καιρούς πολλά διαφορετικά ονόματα, όπως αντανακλαστική συμπαθητική δυστροφία, σύνδρομο σύμπλοκου περιφερειακού πόνου, καυσαλγία, ατροφία Sudeck, εντοπισμένος ή διάχυτος ιδιοπαθής μυοσκελετικός πόνος, νευροπαθητικός πόνος, ινομυαλγία, αλγοδυστροφία ή πρωτοπαθής διαταραχή πόνου, καθώς και πολλά άλλα ονόματα.
Οι αιτίες
Πρόκειται για μια πολύ συχνή πάθηση αφού μελέτες έχουν δείξει ότι περίπου το 5%-8% των επισκέψεων στα τακτικά ιατρεία παιδιατρικής ρευματολογίας στη Βόρειο Αμερική αφορούν κάποια μορφή χρόνιου πόνου. Η αιτία παραμένει άγνωστη, αλλά πολύ συχνά τα συμπτώματα θα πυροδοτηθούν από κάποιο τραυματισμό, ασθένεια ή στρες. Η πλειονότητα των παιδιών με μετατραυματικό χρόνιο πόνο έχει ως αφετηρία κάποιο σοβαρό τραυματισμό, όπως κάταγμα οστού, ή κάποια χειρουργική επέμβαση. Τα συμπτώματα αναπτύσσονται αμέσως ή σε λίγες εβδομάδες μετά τον τραυματισμό. Δεν είναι ασυνήθιστο, ενώ ο τραυματισμός αρχίζει να θεραπεύεται, ο πόνος να αρχίζει και να συνεχίζεται για εβδομάδες έως μήνες μετά την πλήρη θεραπεία του τραυματισμού.
Τα σύνδρομα χρόνιου πόνου συχνά παρατηρούνται σε συνδυασμό με παθήσεις του μυοσκελετικού, όπως η αρθρίτιδα, ενώ άλλες αρχικές αιτίες μπορεί να είναι η λοιμώδης μονοπυρήνωση, η γρίπη ή μια γαστρεντερίτιδα.
Σε ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών το stress φαίνεται να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο. Επίσης, φαίνεται ότι τα γονίδια και οι ορμόνες έχουν κάποιο ρόλο, αφού συχνά η πάθηση παρατηρείται σε οικογένειες, ενώ είναι πολύ πιο συχνή στα κορίτσια σε σχέση με τα αγόρια σε αναλογία 4:1.
Τα συμπτώματα
Ο χρόνιος πόνος προσβάλλει συχνά ένα άκρο (πόδι ή χέρι), αλλά μπορεί να προκαλέσει πόνο οπουδήποτε στο σώμα. Στην πραγματικότητα, τα παιδιά μπορεί να έχουν πόνο στο μεγαλύτερο μέρος ή και σε ολόκληρο το σώμα τους. Τα συμπτώματα είναι συνήθως σταθερά, αν και υπάρχουν παιδιά που παρουσιάζουν διαλείποντα επεισόδια που ακολουθούνται από περιόδους χωρίς πόνο. Τα παιδιά μπορεί να έχουν επίσης πόνο στην κοιλιά, το θώρακα ή ακόμα και πονοκέφαλο. Συχνά συνυπάρχουν και διαταραχές του ύπνου. Γενικά, ο πόνος που αντιμετωπίζουν είναι πολύ πιο έντονος απ’ ό,τι κάποιος θα περίμενε κανονικά, επειδή το σήμα του πόνου ενισχύεται από ένα μη φυσιολογικό αντανακλαστικό εντός του κεντρικού νευρικού συστήματος, παρόμοια με τον μηχανισμό με τον οποίο ένας ενισχυτής κιθάρας δέχεται ένα χαμηλό ήχο και τον μετατρέπει σε πολύ δυνατό.
Η διάγνωση των συνδρόμων χρόνιου πόνου γίνεται εξ αποκλεισμού και αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να αποκλειστούν άλλες καταστάσεις που προκαλούν ανάλογα συμπτώματα πριν τεθεί η διάγνωση. Επίσης, δεν υπάρχει κάποια εξέταση που να επιβεβαιώνει τη διάγνωση. Οι εξετάσεις αίματος είναι φυσιολογικές αν δεν υπάρχουν άλλες υποκείμενες παθήσεις. Παρότι καμία εξέταση δεν είναι διαγνωστική, ορισμένες φορές σε εξετάσεις όπως π.χ. η μαγνητική τομογραφία, μπορεί να παρουσιαστεί οίδημα ή ατροφία του μυϊκού ιστού, χωρίς όμως αυτό το εύρημα να είναι ειδικό της πάθησης. Η επανάληψη των εξετάσεων θα πρέπει να πραγματοποιείται μόνο αν αλλάξει κάτι στην κλινική εικόνα του ασθενούς.
Πώς αντιμετωπίζονται
Όσον αφορά τη θεραπεία, είναι πολύ σημαντικό ο ασθενής να αρχίζει να χρησιμοποιεί το σώμα του με τον κανονικό τρόπο και αυτό διότι το μη φυσιολογικό αντανακλαστικό θα λυθεί τελικά με προοδευτικά αυξανόμενη σωματική δραστηριότητα. Αν και η άσκηση μπορεί να είναι επώδυνη αρχικά, δεν προκαλεί βλάβη και τελικά τα περισσότερα παιδιά είναι σε θέση να ασκηθούν παρά τον πόνο. Επιπλέον, λόγω της συναισθηματικής πλευράς του χρόνιου πόνου, η ψυχολογική θεραπεία με τη συμβολή παιδοψυχιάτρου ή παιδοψυχολόγου είναι χρήσιμη. Όσον αφορά τη φαρμακευτική αγωγή επικρατεί η άποψη ότι τα αναλγητικά φάρμακα (ΜΣΑΦ, στεροειδή, οπιοειδή) δεν έχουν θέση στη θεραπεία των συνδρόμων χρόνιου πόνου. Συχνά, παρά την επιτυχή αντιμετώπιση των συμπτωμάτων είναι πιθανή η υποτροπή τους στο ίδιο ή και άλλο σημείο του σώματος.
Συνολικά, η κλινική προβολή είναι παρόμοια με την ινομυαλγία των ενηλίκων. Ωστόσο, η πρόγνωση των παιδιατρικών ασθενών είναι πολύ καλύτερη σε σχέση με τους ενήλικες και αυτό είναι και ένας από τους λόγους για τους οποίους τα σύνδρομα χρόνιου πόνου στα παιδιά θεωρούνται μια διαφορετική κλινική οντότητα και χρησιμοποιείται και διαφορετική ορολογία για να τα περιγράψει.
Ιούλιος 2018